- ἐπαίνεις
- ἐπαινέωapproveimperf ind act 2nd sg (attic epic)ἐπαινέωapproveimperf ind act 2nd sg (attic epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐπαινεῖς — ἐπαινέω approve pres ind act 2nd sg (attic epic doric ionic) ἐπαινέω approve pres ind act 2nd sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ήδομαι — ἥδομαι, δωρ. τ. ἅδομαι, αιολ. τ. ἄδομαι (Α) 1. (με μτχ.) ευχαριστούμαι, ευφραίνομαι, αισθάνομαι τέρψη («ἥσθη ἀκούσας» με ευχαρίστηση άκουσε, Ηρόδ.) 2. (με αιτ. και μτχ.) χαίρομαι («ἥσθην πατέρα τὸν ἀμὸν εὐλογοῡντά σε» με χαρά σε άκουσα να… … Dictionary of Greek
παρείκω — Α 1. υποχωρώ, ενδίδω («ταῡτ ἐπαινεῑς καὶ δοκεῑς παρεικαθεῑν», Σοφ.) 2. επιτρέπω («κατὰ τὸ παρεῑκον τῶν καιρῶν» όσο επιτρέπουν οι περιστάσεις, Πλάτ.) 3. απρόσ. παρείκει επιτρέπεται, είναι δυνατόν. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + εἴκω «υποχωρώ»] … Dictionary of Greek